Η επέτειος της Ενσωμάτωσης των Δωδεκανήσων προηγείται κατά μία μόνο μέρα της Παγκόσμιας Ημέρας της γυναίκας, που μνημονεύει τους αγώνες του κινήματος για τη χειραφέτηση των γυναικών. Δραττόμενοι της ευκαιρίας κάνουμε μια σημειολογική σύγκριση και κάποιες σκέψεις σχετικά με την περίοδο της ιταλικής κυριαρχίας στα Δωδεκάνησα, αλλά και για ορισμένες επιλεκτικές εκφάνσεις φιλελευθερισμού.
Η ιταλική περίοδος των Δωδεκανήσων χαρακτηρίζεται αναμφισβήτητα από έναν ταχύτατο εκσυγχρονισμό στις υποδομές και την αρχιτεκτονική, στη διοίκηση, σε πολλές εκφάνσεις της οικονομίας, αλλά και της κοινωνικής ζωής. Έχοντας αποσπάσει από την παρακμάζουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία ένα σύμπλεγμα εν πολλοίς ξεχασμένων και υπανάπτυκτων νησιών, οι Ιταλοί τα μετέτρεψαν σε έναν κοσμοπολίτικο τουριστικό προορισμό, υπόδειγμα (και πείραμα) μοντερνισμού. Τα σκανδαλώδη για την εποχή κολλητά μαγιώ των εικονιζόμενων καλλονών σίγουρα ανήκουν στην κατηγορία των νεωτερισμών που έφεραν οι Ιταλοί. Νέα ήθη, φιλελεύθερα, πιο σύγχρονα. Η ευρωπαϊκή κουλτούρα αγγίζει τα Δωδεκάνησα και οι γυναίκες που μέχρι τότε δεν έβγαιναν από το σπίτι παρά μόνο για να πάνε στο χωράφι ή την εκκλησία, χειραφετημένες πλέον βγαίνουν στα κοσμικά κέντρα και ποζάρουν με μαγιώ χαμογελώντας ναζιάρικα στον φακό.
Αν σας έπεισε προς στιγμή το αφήγημα, προσπαθήστε να φανταστείτε στη θέση των γυναικών της φωτογραφίας τη γιαγιά ή την προγιαγιά σας ή οποιαδήποτε τέλος πάντων Ροδίτισσα της προπολεμικής περιόδου. Καταλαβαίνουμε πολύ εύκολα ότι αυτή η φαινομενική χειραφέτηση και κοινωνική φιλελευθεροποίηση ελάχιστα άγγιζε τον τοπικό πληθυσμό και ιδίως τα λαϊκά στρώματα. Η δεύτερη εικόνα που παραθέτουμε τονίζει την οξεία αντιπαράθεση. Την ώρα που η ιταλική διοίκηση προέβαλλε την εικόνα του κοσμοπολίτικου φιλελευθερισμού και τις ευμάρειας, ντόπιες γυναίκες έκαναν σκληρές χειρονακτικές εργασίες για να επιβιώσουν, ντυμένες φυσικά με τις παραδοσιακές τους φορεσιές και – σίγουρα – ενταγμένες στο ίδιο παραδοσιακό πλαίσιο όπως πάντα.
Πράγματι, οι προσωπικές μαρτυρίες που συλλέγουμε στα πλαίσια του InCulture το επιβεβαιώνουν συνεχώς.
Απομαγνητοφώνηση συνέντευξης #1
Γενικά οι γυναίκες μπαίνανε στον καφενέ;
Έν εμπαίνασι μέσα, όχι, εν εμπαίνασι. […] Σαν και τώρα που πάνε και στα καφενεία και κάθουνται και πίνου, εν είχεν τέτοια πράματα. Όχι. Καθόλου. Είχε αθρώπους που- εμείς ήμεστο μικρές, είχε κάποιες που το… θέλασι, κι […] αγκαλιές τη νύχτα και τέτοια, αλλά εμείς ήμαστον…
Χωριανές ή…
Χωριανές, χωριανές. Είχε μια, ναι μια μοναχά, οι άλλες όχι, τίποτα. Μία ήταν η γεναίκα, ε…
Αυτή παντρεύτηκε;
Παντρεύτην κι αυτή. Παντρεύτη, ναι. Τι να κάνουμε. Αυτά είναι (γέλια).
Απομαγνητοφώνηση συνέντευξης #7
[…] Για το σπίτι γενικά έπρεπε να δουλέψω να νοικοκυρέψω το σπίτι μου. Έπρεπε να δουλέψουμε. Ε, οι γονείς μου πια ο πατέρας μου… ήταν ηλικιωμένος πια […] Εδούλευε πια η μάνα μου κι εγώ, η μάνα μου τη νύχταν πήαινε και όργωνε… χωράφια και έσπερνε σιτάρι.
Με ζώα τα όργωνε;
Με ζώα, με βόδια, ναι. Την ημέρα, την ημέρα να ‘ρτει στο σπίτι να μαγειρέψει, να… να φουρνίσει ψωμιά, είχεν αργαλειό να υφαίνει αργαλειό, το πρώτον κουστούμι που ‘βαλε ο αδερφός μου […] το ύφανε η μάνα μου, έκλωσε το παμπάκι που το ‘σπειρε η ίδια… ναι. Το έκλωσε, το ύφανε στο αργαλειό και του το έραψε, κι έβαλεν πιο κουστουμάκι.
[…]
Αυτή η ζωή, που συντηρούσατε ας πούμε το οικογενειακό σπίτι, να υποθέσω ότι έγινε μέχρι να παντρευτείτε.
Δεκαέξι χρονών ξεκίνησα και το ‘χτιζα.
Το σπίτι.
[…] Ε, στα είκοσι με εικοσιένα, εικοσιενός χρονού παντρεύτηκα, ήταν τελειωμένον το σπίτι. Το μόνον που δεν είχα, τα έπιπλα μέσα κι επειδή ήρτε γαμπρός επίμονα και ζητούσε να με πάρει, εγώ αρνιόμουνα, […] υποσχέθην η αδερφή μου πια και μου ’κανε δωρεάν τα έπιπλά μου, του σπιτιού.
Εσείς γιατί αρνηθήκατε κυρία Α.;
Γιατί δεν ήμουνα έτοιμη. Είχα […] ακούσει την κουβένταν που έλεγε ο πατέρας μου “για να μπει γαμπρός στο σπίτι πρέπει να μη λείπει και βελόνα από το σπίτιν ‘που μέσα”… κι έπρεπε να τα ετοιμάσω όλα.
Αυτό που λέμε προίκα;
Προίκα γενικά, το νοικοκυριό, το νοικοκυριό. Έπρεπε να ετοιμάσω όλα, κι αφού δεν είχα, δεν ήμουνα έτοιμη, αρνήθηκα σε πολλά παλικάρια… πολλά παλικάρια με ζητήσανε, αλλά αρνήθηκα.
[…]
Μα, έτσι κι αλλιώς νομίζω, μπορούσατε να ‘χατε σχέσεις προγαμιαίες στο χωριό;
Όοοοχι! Με κανένα- για κανένα λόγο, όχι.
Ούτε ματιές, ούτε τέτοια, μόνο…
Τίποτα, τίποτα… Ερχότανε επίσημες… προτάσεις, αλλά τους έδιωχνα γιατί δεν ήμουν έτοιμη.
Με αφορμή λοιπόν αυτά, κάνουμε μερικές σκέψεις σχετικά με τη χειραφέτηση των γυναικών (και κατ’ επέκταση οποιουδήποτε αδικημένου και καταπιεσμένου).
Η άρση μιας απαγόρευσης δεν είναι πάντα αρκετή για να αρθεί μια αδικία. Το να μην υπάρχει νόμος που να απαγορεύει στις γυναίκες να πηγαίνουν στα εντευκτήρια ή να φοράνε πιο αποκαλυπτικά ρούχα δεν αλλάζει ουσιωδώς τη στάση της κοινωνίας. Οι νοοτροπίες παραμένουν ακόμα κι όταν δε στηρίζονται άμεσα από τους νόμους. Για αυτό το λόγο χρειάζονται δράσεις για την αλλαγή της νοοτροπίας και ενίοτε και η ενεργή θέσπιση νόμων που να απαγορεύουν τις διακρίσεις.
Επίσης, η εικόνα μπορεί να εντυπωσιάζει, αλλά τα στοιχεία εμφάνισης, σίγουρα δεν είναι τα ουσιαστικότερα όταν μιλάμε για χειραφέτηση. Το δικαίωμα να κυκλοφορεί μια γυναίκα με μαγιώ στα καφέ δεν έχει καμία αξία χωρίς το δικαίωμα στην αξιοπρεπή εργασία, στην οικονομική αυτοτέλεια, το δικαίωμα να διαλέγει τον τρόπο ζωής της και το ποιον θα παντρευτεί, και τόσα άλλα. Διότι χωρίς αυτά τα πιο ουσιαστικά παραμένει κοινωνικά και οικονομικά δέσμια, άσχετα αν οι κανόνες ενδυμασίας είναι λιγότερο περιοριστικοί. Για αυτό και το φεμινιστικό κίνημα παραμένει και σήμερα επίκαιρο και ενεργό.
Επιστρέφοντας στη συγκεκριμένη περίπτωση και στην αντίθεση των δύο φωτογραφιών, το χάσμα ήταν εθνικό ή ταξικό; Θα λέγαμε δηλαδή ότι τα οφέλη της κοινωνικής προόδου άγγιζαν μόνο τους κυρίαρχους Ιταλούς και όχι τους υπόλοιπους κατοίκους των νησιών ή μήπως απλά η πρόοδος ήταν για τους πλούσιους και όχι τους φτωχούς, ανεξαρτήτως εθνικότητας ή θρησκεύματος; Οι Ιταλοί δεν ήταν όλοι εύποροι ή ανώτεροι διοικητικοί και στρατιωτικοί υπάλληλοι. Πολλοί ήταν και οι Ιταλοί που έρχονταν ως φαντάροι, τεχνίτες ή ακόμα ως έποικοι να καλλιεργήσουν τη ροδιακή γη στους αγροτικούς οικισμούς που ίδρυσε η διοίκηση. Οι γυναίκες αυτών των αγροτών εποίκων είχαν τρόπο ζωής κοντινότερο στις γυναίκες των ανώτερων τάξεων της ιταλικής διοίκησης ή μήπως έμοιαζε ο τρόπος ζωής τους με αυτόν των ντόπιων γυναικών στα χωριά;
Μένει βέβαια και μια τρίτη πιθανότητα. Ίσως αυτή η λάιφ στάιλ χειραφέτηση να μην αφορούσε ούτε τις συζύγους των ανώτερων τάξεων, ούτε και τις συζύγους των αγροτών, ντόπιων ή εποίκων. Ίσως οι κυρίες της φωτογραφίας να είναι μοντέλα που ήρθαν επί τούτου για φωτογραφίσεις και εκδηλώσεις στα πλαίσια τουριστικής προώθησης, ενώ οι καθώς πρέπει σύζυγοι όλων των τάξεων ντύνονταν ευπρεπώς κατά τα χρηστά ήθη. Ίσως λοιπόν αυτό το “δικαίωμα” στην αποκαλυπτική εμφάνιση να ήταν εν τέλει μόνο διαφημιστικό και άρα προς τέρψη των ανδρών της εποχής και όχι προς όφελος των γυναικών.