Οι άνθρωποι πάντα θα ψάχνουν τρόπους να διατηρήσουν και να διαιωνίσουν τη μνήμη. Μνημεία για την ιστορική μνήμη· μνήματα για τη μνήμη ανθρώπων. Ενίοτε τα δύο συναντιούνται. Οι ιστορικές συγκυρίες αγγίζουν άμεσα τους ανθρώπους και τα μνήματα γίνονται ταυτόχρονα και μνημεία.
Το μνήμα μας ενημερώνει για το ανθρώπινο δράμα ενός οικογενειάρχη που τον Οκτώβριο του 1943 είδε την οικογένειά του να διαλύεται. Η γυναίκα του και δύο παιδιά τους πέθαναν και τάφηκαν μαζί στο νεκροταφείο του χωριού. Είχαν κι άλλα παιδιά ή έμεινε μόνος του ο πατέρας Σάββας; Η πληροφορία δεν περιέχεται στη λιτή αφιέρωση.
Περιέχεται, όμως, η πληροφορία που καθιστά τον τάφο αυτό και μνημείο: η Ειρήνη, η Μαρία και ο Μανώλης δεν πέθαναν ούτε από φυσικά αίτια, ούτε από ατύχημα, αλλά είναι “θύματα πολέμου εκ βομβαρδισμού”. Όπως πολλοί άλλοι άνθρωποι τα χρόνια εκείνα, υπήρξαν άμαχες, “παράπλευρες” απώλειες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και στις κατεχόμενες από τον Άξονα περιοχές, οι άμαχοι έπεφταν συνήθως από “συμμαχικό” όπλο, άσχετα με το ποια πλευρά υποστήριζαν οι ίδιοι.
Όμως σε αυτή την περίπτωση, εξίσου σημαντική με την επιγραφή είναι η ίδια η μορφή του τάφου. Ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι αυτός δεν είναι ένας τάφος σχεδιασμένος κατά τα καθιερωμένα τοπικά πρότυπα, κατ’ ακρίβεια βλέποντας τον αναρωτιέται κανείς αν είναι καν Ορθόδοξος. Κι αν η χρήση λιγότερο ευγενών υλικών από το μάρμαρο ήταν συνηθισμένη τα χρόνια της ανέχειας, το γενικότερο σχέδιο μας προκαλεί να βρούμε μια πιο πειστική εξήγηση.
Ας ξανασκεφτούμε λίγο τα συμβάντα: μια οικογένεια έπεσε θύμα αεροπορικού βομβαρδισμού το 1943. Γιατί όμως να βομβαρδίσουν οι σύμμαχοι ένα απομονωμένο χωριουδάκι της Ρόδου; Στόχος δεν ήταν φυσικά το χωριό, απλά αυτό είχε την ατυχία να φιλοξενεί ένα στρατόπεδο που έγινε επανειλημμένα στόχος βομβαρδισμών. Την ημέρα εκείνη, η βόμβα έριξε το δοκάρι ενός σπιτιού και αυτό με τη σειρά του ξεκλήρισε μια οικογένεια – ο πατέρας επέζησε αφού δε βρισκόταν στο σπίτι, αλλά δούλευε στα χωράφια.
Σύμφωνα λοιπόν με τις μνήμες των ντόπιων, το έργο της κατασκευής του μνήματος ανέλαβαν στρατιώτες από το παρακείμενο στρατόπεδο, που ήξεραν από κατασκευές. Φαίνεται πως ένιωσαν κατά κάποιο τρόπο υπεύθυνοι για την τραγωδία, αφού στόχος ήταν οι ίδιοι και όχι οι άμαχοι. Παρόλο που το νησί και το στρατόπεδο βρίσκονταν πλέον υπό γερμανική διοίκηση, υποθέτουμε ότι οι στρατιώτες ήταν κατά πάσα πιθανότητα Ιταλοί – άλλωστε η γερμανική δύναμη δεν ήταν ιδιαίτερα πολυπληθής.
Σε κάθε περίπτωση, το σχέδιο του μνήματος καθορίστηκε όχι μόνο από τη διαθεσιμότητα υλικών και εργαλείων, αλλά και από τα γούστα και τις συνήθειες των μαστόρων που τον έφτιαξαν. Ακολουθώντας τις γραμμές που τους ήταν πιο οικείες, δημιούργησαν ένα αξιοπρόσεχτο τοπόσημο, παράταιρο μέσα στο φτωχικό νεκροταφείο, που εκτός από τη μνήμη των πεσόντων, μας λέει και πάρα πολλά για την εποχή του. Για τις κακουχίες και τις μάχες του πολέμου, για τη σχετικότητα του ποιος ήταν “σύμμαχος” και ποιος “εχθρός” τις στιγμές που έπεφταν οι βόμβες, αλλά και για τις περίπλοκες σχέσεις ντόπιων και Ιταλών που, ας μην το ξεχνάμε, είχαν κλείσει πια τριάντα χρόνια συμβίωσης .
Σκοπός του InCulture είναι να φέρει κοντά μας τις αναμνήσεις και ιστορίες εκείνης της εποχής, κάνοντας μας να τις βιώσουμε σαν να ήμασταν κι εμείς εκεί.